Μέσα σε δέκα χρόνια η Ισλανδία κατάφερε να αναδειχθεί σε μία από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου, να βυθιστεί στην οικονομική κρίση κλονίζοντας το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα και να διεκδικήσει εκ νέου μία αξιοπρεπή ανάκαμψη, που την καθιστά, από παράδειγμα προς αποφυγή, σε πρότυπο διακυβέρνησης. Χωρίς το ίδιο το πολιτικό σύστημα να κάνει την αυτοκάθαρσή του, παραπέμποντας στη Δικαιοσύνη ακόμα και τον πρώην πρωθυπουργό. Η τιμωρία επεβλήθη, άλλωστε, και προς άλλες κατευθύνσεις, με συλλήψεις τραπεζιτών.
Πλέον, η πάλαι ποτέ χρεωκοπημένη χώρα έχει αρχίσει να καταγράφει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και πλεονασματικούς προϋπολογισμούς. Παράλληλα, έχει γίνει σημαντικός πόλος έλξης ξένων επενδύσεων, με πιο πρόσφατη αυτή του Κινέζου μεγιστάνα Χουάνγκ Νούμπο, ο οποίος προσφέρει 8,8 εκατ. δολ. για την αγορά 300 τ.χλμ. έρημης και απομακρυσμένης γης. Ο Νούμπο δεσμεύεται επίσης να επενδύσει άλλα 200 εκατ. δολ. για να δημιουργήσει τις κατάλληλες οδικές αρτηρίες και υποδομές.
Αυτή είναι μία μόνο επενδυτική κίνηση που κυοφορείται στην Ισλανδία, η οποία έχει γίνει πόλος έλξης ξένων κεφαλαίων κυρίως από αναδυόμενες αγορές, τόσο εξαιτίας του πλούσιου σε μεταλλεύματα υπεδάφους της όσο και λόγω των ευκαιριών για τουριστική ανάπτυξη. Επίσης, τον περασμένο Ιούνιο η χώρα κατάφερε να επιστρέψει στις αγορές. Η κυβέρνηση συγκέντρωσε 1 δισ. δολάρια μέσω της έκδοσης πενταετών ομολόγων, με επιτόκιο μόλις λίγο πάνω από το 3%.
Το 2003 η τότε κυβέρνηση αποφάσισε να αποκρατικοποιήσει τις τράπεζες και δημιουργήσει ένα χρηματοπιστωτικό Ελντοράντο. Οι όμιλοι που δημιουργήθηκαν πρόσφεραν έναν πραγματικό φορολογικό παράδεισο, παρέχοντας υπηρεσίες on line, με πολύ χαμηλό κόστος και δελεαστικά επιτόκια. Επενδυτές από πολλές ευρωπαϊκές χώρες -και κυρίως από τη Βρετανία και την Ολλανδία- έσπευσαν να τοποθετήσουν τα χρήματά τους.
Ωστόσο, πολύ γρήγορα η φούσκα έσκασε. Το 2008 το χρέος της Ισλανδίας εκτοξεύτηκε στο 1.000% του ΑΕΠ. Η κυβέρνηση υποτίμησε το εθνικό νόμισμα, το οποίο έχασε περίπου το 85% της αξίας του έναντι του δολαρίου, και εθνικοποίησε τις τρεις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας: τη Landbanki, την Kapthing και την Glitnir.
Ακολούθησε στάση πληρωμών και λίγο αργότερα η κυβέρνηση του Γκέιρ Χάαρντε άρχισε διαπραγματεύσεις με τους διεθνείς πιστωτές.
Ευρωπαϊκή Ένωση και ΔΝΤ έσπευσαν ως αρωγοί, τονίζοντας ότι θα αναλάμβαναν το χρέος, με την προϋπόθεση να ξεπληρώσει η Ισλανδία όσα χρωστούσαν οι τράπεζές της στους Βρετανούς και Ολλανδούς πολίτες. Ξέσπασαν ταραχές στη χώρα, που ανάγκασαν την κυβέρνηση να παραιτηθεί.
Ευρωπαϊκή Ένωση και ΔΝΤ έσπευσαν ως αρωγοί, τονίζοντας ότι θα αναλάμβαναν το χρέος, με την προϋπόθεση να ξεπληρώσει η Ισλανδία όσα χρωστούσαν οι τράπεζές της στους Βρετανούς και Ολλανδούς πολίτες. Ξέσπασαν ταραχές στη χώρα, που ανάγκασαν την κυβέρνηση να παραιτηθεί.
Στις πρόωρες εκλογές του 2009 κέρδισε η κεντροαριστερή συμμαχία με πρωθυπουργό τη Γιόχανα Σιγκουρδαντότιρ, η οποία αρχικά συναίνεσε στο να αποπληρώσει η χώρα τα 3,5 δισ. ευρώ. Επέβαλε, δηλαδή, σε κάθε Ισλανδό να πληρώνει 100 ευρώ τον μήνα για 15 χρόνια.
Όμως, η λαϊκή αντίδραση ξεχείλισε, αναγκάζοντας τον Πρόεδρο Γκρίμσον να προκηρύξει δημοψήφισμα. Με όποιο κόστος και παρά τις απειλές από το ΔΝΤ, οι Ισλανδοί αποφάσισαν με ποσοστό 93% να μην πληρώσουν αυτό το χρέος. «Οι Ισλανδοί έγιναν οι πρώτοι στον κόσμο αντάρτες ενάντια στην ιδέα ότι οι πολίτες πρέπει να πληρώσουν τον λογαριασμό μιας ανεξέλεγκτης ιδιωτικής τράπεζας», έγραψε χαρακτηριστικά η Ροβένα Μέισον στην Daily Τelegraph.
Η λαϊκή απαίτηση οδήγησε την ισλανδική κυβέρνηση να αρχίσει δικαστική έρευνα για την κρίση, το πόρισμα της οποίας κυκλοφόρησε στα βιβλιοπωλεία κι έγινε best seller.
Αποτέλεσμα; Συλλήψεις τραπεζιτών, ενώ στη φυλακή οδηγήθηκε και ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της πάλαι ποτέ κραταιάς τράπεζας Kaupthing, Χρέινταρ Μαρ Σίγκουρντσον, που θεωρείται ύποπτος για παραποίηση εγγράφων και παραβίαση των κανόνων της χρηματαγοράς για προσωπικό όφελος. Μετά από αυτό αρκετοί τραπεζίτες εγκατέλειψαν τη χώρα και η Ιντερπόλ έχει εκδώσει διεθνές ένταλμα σύλληψης εναντίον τους.
Οι διώξεις, όμως, δεν σταμάτησαν εκεί. Στις αρχές Σεπτεμβρίου παραπέμφθηκε στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο ο πρώην πρωθυπουργός της Ισλανδίας, Γκέιρ Χάαρντε, και τρία μέλη του υπουργικού του συμβουλίου, με την κατηγορία της «αμέλειας» στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης του 2008. Σύμφωνα με το πόρισμα της κοινοβουλευτικής επιτροπής, εκτός του πρώην πρωθυπουργού, στο εδώλιο θα βρεθούν και τρεις πρώην υπουργοί: ο Οικονομικών, Αρνι Μάτιενσεν, ο υπουργός Εμπορίου, Μπιοργκβίν Σίγκουρντσον, και η Σόλρουν Γισλαντότιρ, υπουργός Εξωτερικών.
Ο 60χρονος πρώην πρωθυπουργός υποστηρίζει ότι η υπόθεση είναι πολιτικά υποκινούμενη από την κεντροαριστερή κυβέρνηση. Αν κριθεί ένοχος, αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης έως δύο χρόνια.
Επίσης, τον περασμένο Φεβρουάριο εξελέγη μια επιτροπή 25 πολιτών από ένα σύνολο 522 ενηλίκων που δεν ανήκαν σε κανένα πολιτικό κόμμα, προκειμένου να συντάξει το νέο Σύνταγμα της χώρας. Η επιτροπή συνεδριάζει ιντερνετικά και όλες οι συζητήσεις είναι ανηρτημένες στο διαδίκτυο προς δημόσια διαβούλευση. Σύντομα θα παρουσιάσει μια Magna Carta, η οποία θα πρέπει να επικυρωθεί από τη σημερινή Βουλή, αλλά και από την επόμενη αναθεωρητική, που θα προκύψει μετά τις εκλογές.
Την περιγράφουν ως πολιτικό που «νοιάζεται για τον απλό λαό». Η Γιόχανα Σιγκουρδαντότιρ απολαμβάνει της αποδοχής του 78% των ψηφοφόρων της. Είναι η πρώτη εν ενεργεία πρωθυπουργός στον κόσμο που παραδέχθηκε ότι είναι ομοφυλόφιλη - και μάλιστα την ημέρα που τέθηκε σε ισχύ ο νόμος που επιτρέπει τους γάμους μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου, παντρεύτηκε τη σύντροφό της Γιονίνα Λεοσντότιρ.
Εχει διατελέσει τέσσερις φορές υπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά τις οποίες αρνήθηκε να κάνει χρήση της λιμουζίνας και του οδηγού που παρέχεται σε κάθε υπουργό.
Εχει διατελέσει τέσσερις φορές υπουργός Κοινωνικών Υποθέσεων, κατά τις οποίες αρνήθηκε να κάνει χρήση της λιμουζίνας και του οδηγού που παρέχεται σε κάθε υπουργό.
Της ΝΑΤΑΛΙΑΣ ΔΑΝΔΟΛΟΥ για το http://www.real.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου