Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2012

Rauf Denktaş: O νεκροθάφτης του Κυπριακού



Στο νοσοκομείο της κατεχόμενης Λευκωσίας απεβίωσε χθες ο μισέλληνας και ενορχηστρωτής της βάρβαρης τουρκικής εισβολής, τέως ηγέτης των Τουρκοκυπρίων, Rauf Denktaş. Ο Denktaş γεννήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 1924 στην Πάφο. Αποφοίτησε από την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας και κατά την διάρκεια των ετών 1941-1943 εργάστηκε ως μεταφραστής και δικαστικός υπάλληλος στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου. Το 1944, μετέβη στο Λονδίνο και σπούδασε Νομικά στο Lincoln’s Inn με υποτροφία του Βρετανικού Συμβουλίου. Αποφοίτησε το 1947 και επέστρεψε στην Κύπρο οπότε και διορίστηκε Δικηγόρος του Στέμματος από την αποικιοκρατική διοίκηση. 

Το 1953 ο Denktaş έγινε Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας και την περίοδο 1956-1958 ανέλαβε Γενικός Εισαγγελέας. Υπήρξε απηνής διώκτης των αγωνιστών της ΕΟΚΑ, αφού από τη θέση του προώθησε την καταδίκη πολλών αγωνιστών της ηρωικής εθνοαπελευθερωτικής οργάνωσης, όπως του Μιχαλάκη Καραολή, ο οποίος καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε. Το 1957 διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ίδρυση της τρομοκρατικής ΤΜΤ (Turk Mukavement Teskilati/Τουρκική Οργάνωση Αντίστασης), μιας ένοπλης ομάδας δολιοφθορών υπό τον έλεγχο των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών με σκοπό τη χειραγώγηση της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Η οργάνωση ΤΜΤ χρησιμοποιήθηκε για να πληγεί ο ενωτικός αγώνας της ΕΟΚΑ και διέπραξε δολοφονίες, βομβιστικές επιθέσεις και ταυτόχρονα στοχοποίησε Τουρκοκύπριους που είχαν ταχθεί υπέρ της συνεργασίας και της ειρηνικής συμβίωσης με τους Ε/κ μετά την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου.

Μέχρι την μεταβατική περίοδο της ανακήρυξης της ανεξαρτησίας της Κύπρου, η ΤΜΤ ενισχύθηκε σημαντικά σε οπλισμό από την Τουρκία ενώ ο Rauf Denktaş ετάχθη με το μέρος των Τούρκων που επέμεναν στη διχοτόμηση της Μεγαλονήσου. Ωστόσο δεν εκδήλωνε τις απόψεις του. Κατά τη διάρκεια της ανακήρυξης της Κυπριακής Δημοκρατίας (16 Αυγούστου 1960) μέχρι και τις ένοπλες συγκρούσεις τον Δεκέμβριο 1963, εργάστηκε συνειδητά προς την κατεύθυνση της υπονομεύσεως του κυπριακού κράτους από το αξίωμα του προέδρου της Τουρκικής Κοινοτικής Συνελεύσεως. Προπαγάνδιζε υπέρ της μη συνεργασίας των Τουρκοκυπρίων με τους Έλληνες της Κύπρου, αποθάρρυνε τους ομοθρήσκους του να έχουν εμπορικές σχέσεις με τους Ελληνοκυπρίους και προσπάθησε να εμποδίσει την επιστροφή των Τουρκοκυπρίων που είχαν καταφύγει σε αμιγώς τουρκοκυπριακά χωριά κατά την διάρκεια του αγώνος της ΕΟΚΑ, στα χωριά τους.

Κατά τη διάρκεια των αιματηρών γεγονότων της τουρκοκυπριακής ανταρσίας, που ξέσπασαν τον Δεκέμβριο του 1963 εξ αφορμής της προτάσεως του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου για τροποποίηση δεκατριών σημείων του Συντάγματος, ο Denktaş διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στο τουρκοκυπριακό πολιτικό πεδίο. Τον Ιανουάριο του 1964 έλαβε μέρος στην πενταμερή διάσκεψη του Λονδίνου για το Κυπριακό ζήτημα ενώ τον επόμενο μήνα εμφανίσθηκε ως εκπρόσωπος των Τουρκοκυπρίων στα Ηνωμένα Έθνη, όπου υπεραμύνθηκε των τουρκοκυπριακών θέσεων, διαστρεβλώνοντας παράλληλα τα γεγονότα της ένοπλης τουρκοκυπριακής ανταρσίας και εκστομίζοντας ψευδείς κατηγορίες κατά της κυπριακής κυβέρνησης. Τη ίδια περίοδο η κυπριακή κυβέρνηση τον κήρυξε ανεπιθύμητο πρόσωπο και του απαγόρευσε την επάνοδο στην Κύπρο. Κατέφυγε στην Άγκυρα αλλά συνέχισε να διατηρεί επαφή με τους Τ/κ και να κατευθύνει την ανταρσία τους στο νησί.

Τον Αύγουστο του 1964, αποβιβάσθηκε στην περιοχή της των Κοκκίνων μαζί με Τούρκους αξιωματικούς και μέλη των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών. Λόγω της σφοδρής αντεπιθέσεως των δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς στην περιοχή, ο Denktaş και οι σύντροφοί του αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν. Τον Οκτώβριο του 1967, επεχείρησε για δεύτερη φορά να εισέλθει παράνομα στην Κύπρο. Λόγω όμως των άσχημων καιρικών συνθηκών το ψαροκάικο που τον μετέφερε αναγκάστηκε να τον αποβιβάσει σε ακτή της Καρπασίας, αντί στη Λάρνακα, όπως προβλέπετο. Σε λίγο συνελήφθη από αγροφύλακα και παραδόθηκε στην Εθνική Φρουρά. Με παρέμβαση του Μακαρίου μεταφέρθηκε από τα στρατιωτικά κρατητήρια στις Κεντρικές Φυλακές και στην συνέχεια απελάθηκε στην Τουρκία. Με την έναρξη των συνομιλιών ανάμεσα στην ελληνοκυπριακή και στην τουρκοκυπριακή πλευρά τον Απρίλιο του 1968 ο Denktaş επέστρεψε στην Κύπρο και ορίστηκε εκπρόσωπος των Τουρκοκυπρίων ενώ συνομιλητής των Ε/κ ήταν ο Γλαύκος Κληρίδης.

Μετά τη βάρβαρη τουρκική εισβολή στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974, ο Denktaş απέδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην συγκέντρωση του τουρκοκυπριακού πληθυσμού στο βόρειο κομμάτι της Κύπρου καθώς και στην μεταφορά τουρκικού πληθυσμού από την Ανατολία στην νήσο. Παράλληλα, προχώρησε με προσεκτικά βήματα στην ίδρυση της λεγόμενης «ΤΔΒΚ». Συγκεκριμένα, το 1975 ανακήρυξε το «Ομόσπονδο Τουρκοκυπριακό Κράτος» και λίγα χρόνια μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Τουρκία, στις 15 Νοεμβρίου του 1983, προέβη στην ανακήρυξη της «Τουρκικής Δημοκρατίας Βορείου Κύπρου», με το ψευδοκράτος να αναγνωρίζεται μέχρι και σήμερα μόνο από την Τουρκία. Στις συνομιλίες με τους προέδρους της Κυπριακής Δημοκρατίας ξεχώρισε με τις σκληρές, εθνικιστικές και αποφασιστικές τοποθετήσεις του.

Την δεκαετία του ’90, ο Denktaş αναμετρήθηκε με τον Derviş Eroğlu και μια σημαντική μερίδα του μεγαλύτερου τ/κ δεξιού Κόμματος Εθνικής Ενότητας (UBP) για την παραμονή του στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Εκείνη την περίοδο διαχώρισε τους δρόμους του με το UBP και νίκησε τον Eroğlu σε διάφορες «εκλογικές» αναμετρήσεις. Παράλληλα, ξεχώρισε με την σκληρή στάση του απέναντι στην δράση της τουρκοκυπριακής Αριστεράς. Με την άνοδο του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στην εξουσία της Τουρκίας, ο Denktaş ήρθε σε αντιπαράθεση με την νέα εξωτερική πολιτική γραμμή της Τουρκίας και διαφώνησε δημοσίως με την ιδέα της υποστήριξης του Σχεδίου Ανάν. Τελικά, ο Denktaş αποσύρθηκε από την πολιτική τον Απρίλιο του 2005, αφού είχε ήδη αναγγείλει τον Μάιο του 2004 ότι δεν θα διεκδικούσε και πέμπτη «προεδρική θητεία». Από το 2005 μέχρι το 2011 ο Denktaş πραγματοποίησε διάφορες συνεντεύξεις, ομιλίες και τηλεοπτικές εκπομπές και υποστήριξε τις γνωστές αδιάλλακτες θέσεις του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου